5/18/2010 Αδιάσπαστη η σχέση Βυζαντινής Μουσικής και Παράδοσης και Αναμφισβήτη η Ελληνικότητα της Βυζαντινής ΜουσικήςRead NowΝεκταρία Καραντζή συνέντευξη στη Μαρία Παπαδάκη για το "Μουσικόραμα" Η Νεκταρία Καραντζή, με τη μελωδική φωνή που υποστηρίζει με πάθος την Ελληνική παράδοση, τις σπουδές που την εφοδίασαν με βαθιά γνώση της Βυζαντινής Μουσικής και τις διαφορετικές αλλά παράλληλες σπουδές στον Τομέα Ποινικού Δικαίου στη Νομική σχολή, που την χρήζουν… προστάτιδα της .. εν πολλά παθήματα περιπεσούσης Πνευματικής ιδιοκτησίας, μας μιλά για όλα εμπεριστατωμένα και εις βάθος.. Την καλωσορίζουμε με χαρά στο Μουσικόραμα και την ακούμε με μεγάλη προσοχή… Μαρία: Νεκταρία, έχεις κάνει σπουδές στη Νομική, και ειδικεύεσαι στα θέματα ποινικής προστασίας των πνευματικών δικαιωμάτων, με λίγα λόγια προστατεύεις και υπερασπίζεσαι τους καλλιτέχνες.
Πως έγινε και πως ασχολήθηκες παράλληλα με το τραγούδι; Νεκταρία: Η μουσική ήταν πάντα μια ανάσα σε όσα έκανα, ήδη από τότε που ήμουν μαθήτρια. Ξεκίνησα να σπουδάζω βυζαντινή μουσική και πιάνο όταν ήμουν 9 ετών κι έτσι, μεγαλώνοντας, εξακολούθησα να διατηρώ την ίδια σχέση. Μου προέκυψε δηλαδή πολύ φυσικά, σχεδόν ως συνήθεια. Βέβαια, ακολουθώντας το παράδειγμα και τη συμβουλή του δασκάλου μου Χρόνη Αηδονίδη, επιδιώκω πλέον και συνειδητά, η μουσική να συνοδεύει τις υπόλοιπες δραστηριότητές μου και όχι να αποτελεί την κύρια απασχόλησή μου, για να χαίρομαι τα οφέλη του «ερασιτεχνισμού» που ειδικά στη μουσική είναι πολύ χρήσιμος. Αυτό δε σημαίνει ότι είναι «κακό» να είσαι επαγγελματίας. Αλλά ο ερασιτέχνης, με την καλή έννοια, ως «εραστής» της τέχνης, επειδή έχει τη δυνατότητα να επιλέγει τις εμφανίσεις του και να μην εξαναγκάζεται σε υποχωρήσεις για να ζήσει, σίγουρα κινείται πιο ελεύθερα και με περισσότερη χαρά σε ό,τι κάνει, ανά πάσα στιγμή, και κυρίως χωρίς άγχος. Μαρία: Είσαι τελειόφοιτη της Σχολής Βυζαντινής μουσικής της Ιεράς Μητρόπολης Πειραιώς και ψάλλεις απ’ τα εννιά σου χρόνια μέχρι σήμερα σε διάφορους ναούς. Πως συνδέεις μέσα σου τη μουσική με τη θρησκεία; Νεκταρία: Η μουσική και η θρησκεία είναι ούτως ή άλλως ιστορικά συνδεδεμένες. Μην ξεχνάμε ότι η θρησκευτική πίστη του ανθρώπου τροφοδότησε τις σπουδαιότερες μουσικές δημιουργίες σε όλον τον κόσμο, όχι μόνο στο χώρο της βυζαντινής, ήδη από τα αρχαία χρόνια. Πόσοι θρησκευτικοί ύμνοι δεν έχουν διασωθεί από την ελληνική αρχαιότητα; Το ίδιο ισχύει για κάθε λαό και για κάθε θρησκεία, μιας και ειδικά στις παλαιότερες εποχές η θρησκεία ήταν απόλυτα συνυφασμένη με την καθημερινότητα του ανθρώπου, κι’ έπαιζε πάρα πολύ σπουδαίο ρόλο στη ζωή του. Η βυζαντινή μουσική γεννήθηκε από την ανάγκη των πρώτων χριστιανών, κατά τους αποστολικούς χρόνους, να εκφράσουν την πίστη τους. Βασίστηκαν στους αρχαίους ελληνικούς ύμνους και μεγαλούργησαν. Κι ύστερα, κατά την εποχή των αιρέσεων, η ανάγκη να ενημερώσουν τους χριστιανούς και να ενισχύσουν την πίστη τους, έδωσε την αφορμή σε μεγάλους Πατέρες της εκκλησίας που ήταν παράλληλα και εξαιρετικοί μελωδοί και υμνωδοί, να συνθέσουν κάποιους από τους πιο ωραίους δογματικούς ύμνους της βυζαντινής υμνογραφίας που ψάλλουμε έως σήμερα. Στη Δύση πάλι, ήδη από την εποχή του γρηγοριανού μέλους μέχρι και το γερμανικό μπαρόκ κυρίως αλλά και αργότερα, είναι τεράστιος ο όγκος αριστουργηματικών συνθέσεων με αποκλειστικά θρησκευτικό χαρακτήρα. Λειτουργίες, οργκάνουμ, μοτέτα, ορατόρια, κοράλ, εκκλησιαστικές σονάτες, θρησκευτικές καντάτες, όλα εμπνευσμένα από την θρησκευτική πίστη. Ο «Μεσσίας» του Χέντελ ή ο «Χριστός στο όρος των ελαιών» του Μπετόβεν ή η «Ανάσταση» του Χέντελ είναι ενδεικτικά μόνο αριστουργήματα που τροφοδοτήθηκαν από τη θρησκευτική αναζήτηση του ανθρώπου και το θείο δράμα του Θεανθρώπου. Άλλωστε, ορισμένες από τις πιο ρηξικέλευθες αλλαγές και προόδους που απολαμβάνουμε έως σήμερα στη μουσική, προήλθαν «μέσα από το ναό», όπως λέμε. Για παράδειγμα, η καινοτόμα σημειογραφία του πενταγράμμου αλλά και αυτή η ίδια η ονομασία των φθόγγων (ουτ, ρε, μι, φα, σολ κ.λ.π.) είναι έργα ενός εμπνευσμένου ιταλού μοναχού, του Γκουίντο ντ’ Αρέτσο, του οποίου η πραγματεία ενέπνευσε τις επόμενες γενιές αποφασιστικά, δίνοντάς τους την ώθηση να φέρουν μια νέα πνοή που άλλαξε τελείως το σκηνικό της μεσαιωνικής μουσικής. Στην Γερμανία της Μεταρρύθμισης επίσης, τα Λουθηρανικά κοράλ έθεσαν τα θεμέλια για το ιδιαίτερο γερμανικό μπαρόκ ύφος του Μπαχ, τα θρησκευτικά έργα του οποίου κατατάσσονται μέχρι σήμερα στα «πολύτιμα» της παγκόσμιας μουσικής ιστορίας. Επίσης, στον καθεδρικό ναό του Αγίου Μάρκου στη Βενετία ήταν που τέθηκαν, σε πρωτόλεια μορφή, οι βάσεις για την άνθιση του μπαρόκ στην Ιταλία, με τις ιδέες του Αντρέα Γκαμπριέλι, ο οποίος εισήγαγε την αντιφωνία, και αργότερα κυρίως του Κλαούντιο Μοντεβέρντι, που ήταν και αυτός αρχιμουσικός στο ναό του Αγ. Μάρκου. Τι να πρωτοαναφέρουμε... Είναι πολλά τα παραδείγματα που αποδεικνύουν πόση μεγάλη συνάφεια στην ιστορία του ανθρώπου υπάρχει μεταξύ της μουσικής και της θρησκείας του. Και μην ξεχνάμε ότι και στη δική μας αρχαία ιστορία, οι πιο ονομαστοί μουσικοί, όπως ο Ορφέας -ο «πατέρας των τραγουδιών» όπως τον αναφέρει ο Πίνδαρος- ή ο Μουσαίος, αυτόν τον συνδυασμό μουσικής - θρησκείας, τον είχαν ακόμα πιο ενισχυμένο στην ίδια τους τη ζωή, αφού οι ίδιοι ήταν ιερείς-μάντεις. Ο Ορφισμός άλλωστε είναι ολόκληρη θρησκεία από μόνος του. Όσο για μένα, που ασχολούμαι ειδικά με τη βυζαντινή εκκλησιαστική μουσική, ασφαλώς δε θα μπορούσα να τη δω μακριά από την Εκκλησία και την Ορθοδοξία. Προσωπικά, πιστεύω ότι αν ασχολείσαι με τη βυζαντινή εκκλησιαστική μουσική χωρίς να πιστεύεις στον Θεό, στον Χριστό και στην Ορθοδοξία, χάνεις κομμάτια της. Γιατί, όσο και να προσπαθείς, θα προσεγγίσεις μόνο ένα μικρό κομμάτι αυτής της ιερής τέχνης, δηλαδή το τεχνικό. Θα θαυμάσεις τη σύνθεση, τα μελίσματα, τους ήχους και τον συνδυασμό τους αλλά ως εκεί. Το πιο σπουδαίο με τη βυζαντινή μουσική όμως είναι ο ρόλος της, ο θεόπνευστος τρόπος με τον οποίο δημιουργήθηκε από ιερές μορφές και κυρίως εκκλησιαστικούς Πατέρες και ο λόγος της ύπαρξής της. Ότι δηλαδή, όπως έλεγε ο Γέροντας Πορφύριος -μία από τις πιο σημαντικές πνευματικές μορφές που έζησαν τα τελευταία χρόνια στη γη- η βυζαντινή μουσική είναι, πριν απ’ όλα, προσευχή. Δεν έχει σχέση με καλλιφωνίες, με δεξιοτεχνίες ή με καλλιτεχνικές ματαιοδοξίες. Στην Δυτική Μουσική για παράδειγμα, αν ακούσεις σε μια όπερα έναν τραγουδιστή να «φεύγει από τη νότα» ή έναν άπειρο πιανίστα να παίζει Μπαχ, το άκουσμα σου είναι ανυπόφορο. Στη Βυζαντινή Μουσική όμως, μπορεί να ακούσεις ακόμα και έναν φάλτσο ψάλτη και να σε συμπαρασύρει ψυχικά, γιατί μπορεί αυτός ο φάλτσος ψάλτης να έχει αγνή ψυχή που με το ψάλσιμό του μεταφέρει στην ψυχή σου, όπως έλεγε ο Γέροντας Πορφύριος, κύματα ψυχικά που σε αγγίζουν και σε παρασύρουν σε προσευχή. Δε λέω ότι είναι ασήμαντο το να είσαι καλός γνώστης της τέχνης ή καλλίφωνος, αλλά στη βυζαντινή μουσική δεν είναι αυτό το σπουδαιότερο. Είναι σπουδαίο, αλλά όχι το σπουδαιότερο. Μαρία: Ποιες είναι οι εμπειρίες σου δίπλα στο μεγάλο δάσκαλο της δημοτικής μας παράδοσης Χρόνη Αηδονίδη; Νεκταρία: Ο Χρόνης Αηδονίδης είναι ο πιο γενναιόδωρος δάσκαλος που έχω γνωρίσει. Για μένα, τα χρόνια που είμαι πλάι του και μαθαίνω από εκείνον, είναι όχι μόνο μάθημα μουσικής αλλά μάθημα ζωής. Τι να πρωτοπώ; Καταρχάς, ως δάσκαλος, δεν είναι μόνο ότι έχει τη σοφία των παλιών ταλαντούχων μουσικών που η μουσική δεν ήταν γι’ αυτούς ένα μάθημα στα ωδεία αλλά βίωμα. Είναι ότι έχει το ταλέντο να μεταδίδει τις γνώσεις του στον μαθητή του και να τον εμπνέει. Ξέρεις, αυτό μπορεί να ακούγεται απλό, αλλά σε ένα μάθημα τραγουδιού και μάλιστα παραδοσιακού, δεν είναι καθόλου εύκολο. Εδώ δεν είναι 1+1 κάνουν 2. Πώς να σου εξηγήσει κανείς ένα μέλισμα με λόγια, έναν λαρυγγισμό δηλαδή, που είναι πολύ συχνοί στα παραδοσιακά τραγούδια; Πώς να σου δώσει να καταλάβεις τι σημαίνει ύφος και χρώμα καθεμιάς περιοχής; Γιατί μην ξεχνάμε, ότι εδώ στην Ελλάδα έχουμε την τύχη να έχουμε πλήθος μουσικών υφών στην παράδοσή μας, που διαφέρουν εντυπωσιακά μεταξύ τους. Άλλη η μουσική της Ηπείρου, άλλη της Πελοποννήσου, άλλη της Θράκης, άλλη της Κρήτης, άλλη των Δωδεκανήσων κ.ο.κ. Ο Χρόνης Αηδονίδης λοιπόν, έχει αυτό το ταλέντο του χαρισματικού δασκάλου, που τα δύσκολα…. σου τα κάνει εύκολα. Δεν τον έχω δει ποτέ θυμωμένο ή κουρασμένο. Τη διδασκαλία τη βάζει πάνω απ’ όλα. Υπήρχαν μέρες που προκειμένου να με μάθει κάποια δύσκολα καθιστικά, αργά κομμάτια της Θράκης, μετά από ώρες μαθήματος, έκλεινε η φωνή του. Και όμως προτιμούσε να κλείσει η φωνή του για να με μάθει, παρά να προστατευθεί, ακόμα κι αν την επομένη ημέρα είχε εμφάνιση. Αλλά και μόνο το γεγονός ότι επιφυλάσσει τέτοια τιμή σε ένα μαθητή του και του δίνει την ευκαιρία όχι μόνο να στέκεται πλάι του στη σκηνή, αλλά και να μοιράζεται από κοινού δισκογραφικές δουλειές μαζί του (όπως έγινε και στα τρία άλμπουμ στα οποία έχουμε εκδώσει μέχρι σήμερα), δείχνει το μέγεθος της γενναιοδωρίας και της αρχοντιάς του. Ως επιστέγασμα της γενναιοδωρίας του, έχω να θυμάμαι και να φυλάω, ως κειμήλιο, ένα τετράδιο που μου δώρισε γεμάτο συμβουλές γραμμένες με το χέρι του, τις οποίες υπομονετικά σημείωνε από τότε που ξεκινήσαμε τα μαθήματα το 2003, για να μην ξεχαστούν ποτέ. Από τον Χρόνη Αηδονίδη αγάπησα και γνώρισα την παραδοσιακή μουσική. Η ίδια η φωνή του είναι για μένα ένα μάθημα. Ακούγοντάς τον, καταλαβαίνω πόση αξία έχει το παραδοσιακό μας τραγούδι, μιας και στη φωνή του είναι λες και ακούω όλες τις φωνές των παππούδων και των προπαππούδων μας να μου μιλούν. Το παραδοσιακό τραγούδι στο στόμα του είναι η ζωντανή ιστορία μας. Ως άνθρωπος είναι γλυκύτατος και ήρεμος. Είναι ένας αρχοντικός άνθρωπος που δεν έχει ζητήσει τίποτα από όσα σήμερα απολαμβάνει. Ό,τι έχει κερδίσει, την αγάπη του κόσμου, την αναγνώριση από την Πολιτεία και άλλους φορείς, τις σπουδαίες καλλιτεχνικές συνεργασίες, του δόθηκαν χωρίς να τα ζητήσει ποτέ, παρά μόνο γι’ αυτό που είναι. Είναι ένας άνθρωπος χωρίς ίχνος εγωισμού και ματαιοδοξίας. Ένας γνήσιος υπηρέτης και Ακρίτας της μουσικής. Η προσφορά του στην παράδοση νομίζω πως έχει αναγνωριστεί μεν, αλλά ως ένα βαθμό. Η πραγματική αναγνώριση πιστεύω ότι θα του αποδοθεί κάποιες γενιές αργότερα, όπως πάντα γίνεται στην Ιστορία. Αυτές οι κατοπινές γενιές θα καταλάβουν πολύ καλύτερα από εμάς πόσο σημαντικό είναι το στίγμα του στην παραδοσιακή μας μουσική κληρονομιά, περισσότερο απ’ όσο φανταζόμαστε σήμερα. Νομίζω πως αν συνεχίσω να μιλώ για τον Χρόνη Αηδονίδη, δε θα έχω σταματημό... Το μόνο που θα πω για να κλείσω, είναι κάτι που νομίζω ότι τα λέει όλα για το πώς αισθάνομαι που μαθαίνω κοντά του: Είναι τίτλος τιμής να είμαι μαθήτρια του Χρόνη Αηδονίδη. Ακόμα κι αν με αξιώσει ο Θεός να φτάσω 90 ετών, θα λέω ότι είμαι μαθήτρια του Χρόνη Αηδονίδη και θα καμαρώνω. Μαρία: Πόσες και ποιες είναι οι…εμπλοκές σου με τη δισκογραφία μέχρι σήμερα και ποιες ξεχωρίζεις ως πιο κοντά στην ψυχή σου; Νεκταρία: Ξεκίνησα να ηχογραφώ πρώτα βυζαντινούς εκκλησιαστικούς ύμνους, όταν ήμουν 14 ετών, για εκδόσεις της Ιεράς Μονής Μεταμόρφωσης του Σωτήρος στο Μήλεσι Ωρωπού, γνωστό και ως μοναστήρι του Γέροντα Πορφυρίου. Πρόκειται για μία σειρά 4 κασετών, που εκδόθηκαν μεταξύ 1993 και 2001, στις οποίες ακούγονται στο ένα μέρος τους, είτε ομιλίες είτε ύμνοι από τον ίδιο τον μακαριστό Γέροντα Πορφύριο και το υπόλοιπο μέρος το συμπλήρωσα ηχογραφώντας ύμνους. Στη συνέχεια, όταν ξεκίνησα τα μαθήματα παραδοσιακού τραγουδιού με τον Χρόνη Αηδονίδη, προέκυψαν οι επόμενες από κοινού δισκογραφικές μας δουλειές: το διπλό «Όταν οι δρόμοι συναντιούνται», με βυζαντινούς ύμνους και με παραδοσιακά τραγούδια, όπου ουσιαστικά πήρα το βάπτισμα του πυρός μου στην παράδοση, που μέχρι να γνωρίσω τον Χρόνη Αηδονίδη δεν είχα καμία επαφή μαζί της, έπειτα το «Επικράνθη» με βυζαντινούς ύμνους της Μ. Εβδομάδας και τελευταίο το «Άφραστον Θαύμα» με επιλογή βυζαντινών ύμνων επίσης. Συμμετείχα επίσης σε δύο άλμπουμ με μουσική του συνθέτη Γιώργου Βούκανου: «Το δαχτυλίδι του αυτοκράτορα» για το ομώνυμο βιβλίο της Γαλάτειας Γρηγοριάδου Σουρέλη και το «Καλωσορίσατε» από ζωντανή ηχογράφηση στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, σε κάποιες ακόμα εκδόσεις της Αποστολικής Διακονίας, σε ένα άλμπουμ με κάλαντα της Εστουδιαντίνας και σε ένα συλλεκτικό cd αφιερωμένο στον Χρόνη Αηδονίδη, από το περιοδικό Δίφωνο, με ανέκδοτο υλικό. Οπωσδήποτε βέβαια οι ηχογραφήσεις με τον μακαριστό Γέροντα Πορφύριο και τον Χρόνη Αηδονίδη είναι το μεγαλύτερο δώρο και η μεγαλύτερη τιμή μου. Μαρία: Ας πάμε πάλι στα πνευματικά δικαιώματα των καλλιτεχνών, μιας και είναι αντικείμενο της δουλειάς σου. Νομίζεις πως το.. σχεδόν μονοπώλιο ορισμένων εταιριών που.. υπερασπίζονται τα πνευματικά δικαιώματα των καλλιτεχνών, κάνουν καλό στους ίδιους τους καλλιτέχνες ή αυτό θα έπρεπε να γίνεται με κάποιον άλλο τρόπο, ίσως πιο άμεσο και πιο δίκαιο; Νεκταρία: Ο νόμος δίνει θεωρητικά την ευκαιρία να μην υπάρχει το μονοπώλιο αυτό. Και στην πράξη πρέπει να πούμε ότι ευτυχώς έχει καμφθεί, ως ένα βαθμό τουλάχιστον, η απόλυτη κυριαρχία ειδικά της ΑΕΠΙ που γύρω από τη δράση της επικεντρώνεται το μεγαλύτερο μέρος της συζήτησης σε σχέση με τη δράση των Οργανισμών Συλλογικής Διαχείρισης δικαιωμάτων, μιας και ήδη από το 2003 λειτουργεί η Αυτοδιαχείριση, ένας Οργανισμός Συλλογικής Διαχείρισης που ιδρύθηκε από τα μέλη της Ένωσης Μουσικοσυνθετών και Στιχουργών Ελλάδας. Ωστόσο, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε ότι γενικότερα και για καθεμιά κατηγορία δικαιούχων του ν. 2121/93 περί πνευματικής ιδιοκτησίας, οι Οργανισμοί Συλλογικής Διαχείρισης (ΟΣΔ) που υπάρχουν, δρουν μονοπωλιακά στην πράξη και από εκεί ξεκινούν όλα τα κακά. Εν ολίγοις έχουμε στην ουσία ΟΣΔ που συγκεντρώνουν και κατανέμουν με άκρως αμφισβητούμενες μεθόδους τα ποσοστά των δικαιωμάτων των καλλιτεχνών, τόσο ως προς την είσπραξη όσο και κυρίως ως προς την κατανομή. Καταρτίζουν συμβάσεις με τους χρήστες, οι οποίες στην πράξη είναι copy paste για καθέναν τους και είτε τις δέχεσαι είτε όχι. Πόσες φορές άραγε χρήστης προσέφυγε σε διορισμό διαιτητή για τον καθορισμό της αμοιβής; Ή μάλλον, τι περιθώρια έχει να πράξει κάτι τέτοιο, όταν έχει να αντιμετωπίσει έναν ΟΣΔ που δρα ούτως ή άλλως μονοπωλιακά και το ύψος της αμοιβής που θα διαταχθεί εν τέλει θα είναι το συνήθως καταβαλλόμενο σε παρόμοιες περιπτώσεις -και άρα το προαποφασισθέν από τον μονοπωλιακά ενεργούντα Οργανισμό- και όχι το εύλογο ή δίκαιο; Δώρον άδωρον δηλαδή. Και πόσοι χρήστες στην πραγματικότητα είναι διατεθειμένοι να μπουν στη διαδικασία να διεκδικήσουν τον έλεγχο της τυχόν καταχρηστικής άσκησης της εξουσίας των ΟΣΔ, μέσω της γενικής νομοθεσίας και ειδικά εκείνης περί ελέγχου των μονοπωλίων και ολιγοπωλίων που εφαρμόζεται σε τέτοιες περιπτώσεις, για να διεκδικήσουν την «εύλογη» και «δίκαιη» αμοιβή; Αυτά είναι μόνο ενδεικτικά παραδείγματα. Τα κακώς κείμενα λοιπόν δεν είναι μόνο στην πράξη. Είναι και στον ίδιο τον νόμο, όπως όταν επίσης προβλέπεται η παράσταση των Οργανισμών αυτών ως πολιτικώς εναγόντων, χωρίς ωστόσο να νομιμοποιούνται δικονομικά, για πολλούς λόγους. Για μένα, χρειάζεται πρώτ’ απ’ όλα εκ νέου νομοθετική ρύθμιση ειδικά ως προς τον ρόλο και τα όρια δράσης των ΟΣΔ. Έπειτα, πρέπει τόσο οι δικαιούχοι του νόμου 2121/93 όσο και οι χρήστες, δηλαδή ο λοιπός κόσμος που χρησιμοποιεί τα προστατευόμενα από το νόμο έργα των δικαιούχων, να ενημερωθούν για τα δικαιώματά τους. Η γνώση είναι δύναμη. Μόνο όταν ξέρεις τι σου γίνεται, μπορείς να προστατευθείς και να διεκδικήσεις όσα δικαιούσαι. Επίσης, η κάμψη του μονοπωλίου των Οργανισμών είναι ζητούμενο. Η προσπάθεια της «Αυτοδιαχείρισης» είναι αξιέπαινη και καλό είναι και άλλοι να ακολουθήσουν το παράδειγμά της, για κάθε κατηγορία δικαιούχου. Όσο για το αν υπάρχει πιο άμεσος και άρα πιο δίκαιος τρόπος εκπροσώπησης των δικαιούχων, όπως με ρωτάς, σίγουρα δεν υπάρχει περίπτωση να παρακαμφθεί, αν αυτό υπονοείς, η λειτουργία των ΟΣΔ. Είναι απαραίτητη η ύπαρξή τους από την ίδια την πραγματικότητα, αφού είναι αδύνατο να παρακολουθεί ο δικαιούχος όλες τις χρήσεις του έργου του, ανά πάσα στιγμή, αλλά και επειδή ορισμένες εξουσίες που προβλέπονται στον νόμο, παρότι είναι προαιρετική η ανάθεση εκ μέρους του δικαιούχου της διαχείρισης των δικαιωμάτων του από ΟΣΔ, ωστόσο είναι αδύνατο να ασκηθούν χωρίς τους ΟΣΔ. Το θέμα είναι να εξασφαλιστεί ένας πιο δίκαιος και ορθός τρόπος λειτουργίας, με ουσιαστικό έλεγχο, ώστε να μη μοιράζονται την μερίδα του λέοντος οι λίγοι, και κυρίως να καμφθεί στην πράξη το μονοπώλιο που οδηγεί σε καταχρηστικές πρακτικές. Μαρία: Αυτό τον καιρό εμφανίζεσαι σε κάποια μουσική σκηνή ή ετοιμάζεσαι για συναυλίες το καλοκαίρι; Αν ναι, με ποιους συμπορεύεσαι ή θα συμπορευτείς; Νεκταρία: Γενικώς, τις σταθερές εμφανίσεις σε μουσική σκηνή προσπαθώ να τις αποφεύγω, γιατί δεν προλαβαίνω. Προς το παρόν έχουμε κάποιες συναυλίες για το καλοκαίρι μαζί με τον Χρόνη Αηδονίδη, που μπορεί κανείς να τις πληροφορηθεί από την ιστοσελίδα του και κάποιες δικές μου εμφανίσεις, με σημαντικότερες μία στις 12/6 στη Χαλκίδα, στο κάστρο του Καράμπαμπα, σε ένα πρόγραμμα αφιερωμένο στα Πανηγύρια της Παναγιάς, με παρουσιάστρια τη Βίκυ Χατζηβασιλείου και με επιμέλεια και διδασκαλία των χορευτικών συγκροτημάτων που θα μετέχουν, του Δημήτρη Ελευθερίου και διοργάνωσης του 21ου Δημοτικού Σχολείου Χαλκίδας και μία ακόμα στις 30/7 στη Λακωνία, στο κάστρο του Μεσοχωρίου κοντά στη Νεάπολη, την οποία διοργανώνει ο εξωραϊστικός πολιτιστικός σύλλογος Νεάπολης σε συνεργασία με τον Δήμο, επ’ ευκαιρία των εγκαινίων του αναστηλωμένου αρχαιολογικού χώρου του κάστρου. Και στις δύο, το πρόγραμμα θα περιλαμβάνει δημοτικά τραγούδια αλλά και βυζαντινούς εκκλησιαστικούς ύμνους. Μαρία: Πες μας λίγα λόγια για την καινούργια σου δισκογραφική δουλειά.. Νεκταρία: Είναι κάτι που ετοιμάζω καιρό. Δεν μπορώ να προβλέψω με βεβαιότητα πότε τελικά θα είναι έτοιμη, γιατί έρχονται πολλές ιδέες στο τραπέζι ενδιάμεσα στην προετοιμασία. Για τα μόνα που μπορώ να μιλήσω με βεβαιότητα είναι ότι την καλλιτεχνική της επιμέλεια έχει ο Χρόνης Αηδονίδης, ενορχηστρωτικά συμβάλλει σημαντικά ο Βασίλης Καζούλλης και το περιεχόμενο ασφαλώς κινείται στα παραδοσιακά μονοπάτια που αγαπώ και μιλάνε στην ψυχή μου. Μαρία: Μια πρόβλεψή σου, ας την πούμε πρόβλεψη για το μέλλον, σε όλους τους τομείς, στους δύσκολους καιρούς που ζούμε… Νεκταρία: Δεν είναι θέμα πρόβλεψης. Είναι θέμα ιστορίας. Η ιστορία επαναλαμβάνεται κι αυτός ο κανόνας είναι ανεξαίρετος. Επί πολλά χρόνια, συναινούσαμε σε μία κατάσταση πριν απ’ όλα ηθικής κρίσης. Καθένας μας νοιαζόταν για το μικροσκοπικό του συμφέρον, για να βολευτεί στο δημόσιο, να μπει από την πίσω πόρτα σε μια υπηρεσία, να κερδοσκοπήσει στο χρηματιστήριο, να φοροδιαφύγει, ο εργοδότης να αποφύγει τις εισφορές, ο βουλευτής να εξασφαλίσει ψήφους με ανταλλάγματα από επιχειρηματίες... Ήταν σχεδόν φυσική συνέπεια ό,τι ζούμε. Η οικονομική και πολιτική κρίση είναι πάντα αποτέλεσμα ηθικής κρίσης. Αυτό που η ιστορία έχει ήδη προβλέψει πως μπορεί να μας βγάλει από αυτήν την κρίση είναι η συνειδητοποίηση. Για την ψυχή λέμε ενδοσκόπηση και αυτογνωσία. Σε επίπεδο κοινωνίας χρειάζεται μια συλλογική αυτογνωσία. Ήδη νομίζω ότι διανύουμε αυτήν την περίοδο αυτογνωσίας σιγά- σιγά. Αρχίζουμε, έστω και αργά, να διαπιστώνουμε τα λάθη των πράξεών μας. Αλλά έχουμε δουλειά ακόμα, γιατί η ρίζα του κακού είναι βαθιά και πατάει σε ισχυρά συμφέροντα. Το θέμα είναι να συνειδητοποιήσουμε ότι υπάρχουν , σε όλα τα επίπεδα, παγιωμένες σχέσεις συμφερόντων και μονοπώλια που πρέπει να αλλάξουν για να πάμε ένα βήμα παραπέρα και να μην ασφυκτιούμε. Για να μην μπαίνω σε πολιτικά χωράφια, ας περιοριστώ στα καλλιτεχνικά. Πώς διαχέεται η μουσική προς τα έξω, επισήμως; Ας εξαιρέσουμε το internet. Ποια τραγούδια ακούγονται από τα ραδιόφωνα και πώς διαμορφώνεται μια playlist; Μα και ο ίδιος αυτός ο όρος playlist, για ένα ραδιόφωνο, σε εποχή ελευθερίας και δημοκρατίας, είναι το λιγότερο απαράδεκτος. Αλλά και πώς να γίνει διαφορετικά; Όταν είναι αγορασμένα, τα ραδιόφωνα, τα περιοδικά ή οι τηλεοράσεις, το υλικό που θα προβληθεί είναι εξ ανάγκης κατευθυνόμενο. Αυτό που επικρατούσε και επικρατεί στη δισκογραφία είναι μία μικρογραφία αυτού που επικρατεί γενικότερα στην κοινωνία μας. Η γνώση όμως είναι δύναμη. Κι εκεί ποντάρω για το μέλλον, ότι η γνώση της κατάστασής μας θα μας δείξει τον δρόμο για το τι πρέπει να κάνουμε και να ζητήσουμε. Και επίσης ποντάρω και στην οικογένεια. Δηλαδή το σύστημα αξιών πρέπει να το βιώνει -και όχι να το διδάσκεται απλώς- ο άνθρωπος μέσα στην οικογένειά του πρώτα, για να το εφαρμόσει και στις σχέσεις του με τους άλλους. Άρα ποντάρω και ελπίζω στις γενιές που έρχονται. Μαρία: Οικογένεια και καριέρα μπορεί να συμβαδίσουν για μια γυναίκα που καλείται να βιώσει πολλούς ρόλους και να δώσει τον καλύτερό της εαυτό σε όλους; Νεκταρία: Τα παράταιρα και οι δυσκολίες ξεκινούν από τον εγωισμό, την υπερβολή και την τεμπελιά. Ε, ναι, εννοείται ότι αν θες να είσαι μια σπουδαία καριερίστα, ανταγωνιστική και πρώτη σε όλα, την οικογένεια, παρότι μπορείς να την έχεις, δε θα την κουμαντάρεις ποτέ, γιατί το μυαλό σου θα είναι αλλού. Μέτρον άριστον. Κάποτε οι γυναίκες σηκώνονταν χαράματα, έτρεχαν στα χωράφια, δούλευαν σε πολύ σκληρές γεωργικές εργασίες κι όταν επέστρεφαν σπίτι είχαν να καθαρίσουν, να μαγειρέψουν και να φροντίσουν τα παιδιά τους. Άλλες γεννούσαν στα χωράφια την ώρα της δουλειάς. Διάβαζα για τον Μακρυγιάννη ότι η μάνα του τον γέννησε εκεί που πήγε να μαζέψει καλαμπόκια στο χωράφι, μόνη της. Κι αφού τον γέννησε τον τύλιξε με τα φύλλα από τις καλαμποκιές, φορτώθηκε λίγα ξύλα, έβαλε από επάνω χόρτα , ακούμπησε εκεί το νεογέννητο και το μετέφερε σπίτι της... Λοιπόν, τότε τι ήταν αυτοί; Δεν ήταν άνθρωποι; Κι όμως, παρότι ζούσαν δύσκολα, ούτε ψυχολογικά είχαν ούτε αυτοκτονίες. Ζούσαν ευτυχισμένες. Ας θυμηθεί καθένας μας τη γιαγιά ή την προγιαγιά του, αν πρόλαβε, και θα καταλάβει τι εννοώ για εκείνα τα χρόνια και τις αντοχές εκείνων των γυναικών. Κι εμείς, με τόσες ευκολίες, να προβληματιζόμαστε πώς θα συνδυάσουμε τη μία ευκολία με την άλλη...; Αυτά τα λέω για να τ’ ακούω κι εγώ...! Μη νομίζεις πως επειδή τα πιστεύω αυτά, τα πράττω κι όλας. Απλώς, όταν έρχονται οι δύσκολες μέρες και κουράζομαι, προσπαθώ να έχω στο μυαλό μου τέτοια παραδείγματα για να παίρνω θάρρος και δύναμη. Μαρία: Πως βλέπεις την πορεία της παραδοσιακής μουσικής στις μέρες μας; Νεκταρία: Η παραδοσιακή μουσική είναι μια σταθερή αξία που έχει περάσει διά πυρός και σιδήρου και η σταθερή πορεία της στο χρόνο είναι προδιαγεγραμμένη. Εννοώ ότι είναι από αυτά που δε θα χαθούν ποτέ, αφού είναι ό,τι καλό έχει διαλέξει η ιστορία και ο χρόνος για να μας παραδώσει. Ειδικά τώρα πλέον που έχουμε όλα τα μέσα καταγραφής ήχου, δεν υπάρχει ούτε καν ο κίνδυνος που υπήρχε τα παλαιότερα χρόνια, να χαθεί δηλαδή ο παλιός ήχος, με την πάροδο των αιώνων και τα κενά της προφορικής παράδοσης. Έχουμε λοιπόν τα εξής κεκτημένα: Πρώτον, εξασφαλίσαμε ότι ο ήχος που μας παραδόθηκε, τουλάχιστον τη στιγμή που τον καταγράψαμε, δε θα χαθεί ποτέ. Δεύτερον, έχουμε ακόμα -η γενιά μας- την ευκαιρία να μάθουμε από σπουδαίους μουσικούς, τους τελευταίους ουσιαστικά που βίωσαν την παράδοση, μιας και τώρα δεν υπάρχει πλέον η παραδοσιακή παλιά ζωή του χωριού. Μάλιστα πρέπει να σημειώσουμε ότι αυτοί οι παλαιότερης γενιάς μουσικοί έκαναν μια πάρα πολύ σπουδαία δουλειά και για έναν ακόμα λόγο, γιατί διατήρησαν την παράδοση σε εποχές που το να λες ότι είσαι από χωριό γινόταν αντικείμενο χλευασμού, πόσο μάλλον το να τραγουδάς ή να παίζεις παραδοσιακή μουσική. Τώρα πια όμως, ευτυχώς, έχουμε μια νέα γενιά, με μουσικούς με γνώσεις, που μπορεί μεν να τους λείπει το βίωμα της παράδοσης, ωστόσο η κατάρτισή τους και οι ηχογραφήσεις που έχουν διασωθεί, είναι ικανές πιστεύω να καλύψουν το κενό. Είναι μια γενιά μουσικών που μπορούν να πάνε την παραδοσιακή μουσική και ένα βήμα πιο πέρα, με την έννοια του ότι μπορούν να βασιστούν επάνω της και να δημιουργήσουν πανέμορφα πράγματα. Ήδη υπάρχουν τέτοια ελπιδοφόρα δείγματα. Από τους μουσικούς της νέας γενιάς είμαι πολύ αισιόδοξη. Εκεί που δεν βλέπω ακόμα φως ως προς την παράδοση, είναι από την Πολιτεία, που, ως επί το πλείστον, φοβάται, σχεδόν ψυχαναγκαστικά, να εκτιμήσει ο,τιδήποτε μπορεί να φέρει ελληνικότητα μέσα του, και από την επίσημη Δισκογραφία που κυριαρχεί η «αισθητική» του μονοπωλίου. Επισήμως η αξία της παραδοσιακής μουσικής δεν έχει αναγνωριστεί όπως πρέπει. Απλώς την ανέχονται. Μαρία: Βυζαντινή μουσική και Ελληνισμός!! Μερικοί βρίσκουν μεγάλες διαφορές μεταξύ τους, και άλλοι λένε πως συνδέονται με άρρηκτο δεσμό. Πες μας τη γνώμη σου ως ειδική.. Νεκταρία: Η Βυζαντινή μουσική είναι καθαρά ελληνική μουσική. Είναι άμεσος απόγονος της αρχαίας ελληνικής μουσικής. Κι αυτό δεν είναι απλώς εικασία από τα ιστορηθέντα. Σίγουρα προκύπτει από την ιστορία ούτως ή άλλως αυτή η σχέση, μιας και στο Βυζάντιο συνεχίζεται πληθυσμιακά μεν η δομή της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, με Σκύθες, Ιλλύριους, Αρμενίους, Εβραίους κ.λ.π., αλλά με κυρίαρχη, ως προς την πολιτιστική και όχι μόνο επιρροή, εθνότητα, την Ελληνική. Αυτό το ιστορικό δεδομένο, όπως και πολλά άλλα που έχουν σχέση με το Βυζάντιο και το ρόλο του, παρότι κατά καιρούς από διάφορους που αγνοούν την ιστορία, παραγνωρίζεται, όποιος ασχολείται με τη βυζαντινή μουσική έχει τη δυνατότητα να το επιβεβαιώσει στην πράξη και πέραν από ιστορικές παραπομπές. Για να εξετάσεις την καταγωγή μιας μουσικής, δεν μπορείς παρά να τη μελετήσεις ως προς τα «τεχνικά» της χαρακτηριστικά, όπως ακριβώς μία γλώσσα, από τη ρίζα. Στη βυζαντινή λοιπόν μουσική υπάρχουν πλείστες όσες αποδείξεις της αρχαιοελληνικής καταγωγής της. Θα αναφέρω μερικά ενδεικτικά στοιχεία. Πρώτ’ απ’ όλα, οι ίδιοι οι φθόγγοι της είναι απόδειξη: πα, βου, γα, δι, κε, ζω, νη. Αν τους παρατηρήσετε, κρύβουν καθένας μέσα τους τα πρώτα γράμματα της ελληνικής αλφαβήτου, επιβεβαιώνοντας την ιστορική αναφορά ότι η πρώτη σημειογραφία της βυζαντινής μουσικής βασιζόταν στην αρχαία μουσική σημειογραφία, την αλφαβητική. Οι κύριοι και οι πλάγιοι ήχοι επίσης της βυζαντινής: ο πρώτος, ο δεύτερος, ο τρίτος, ο τέταρτος, ο πλάγιος του πρώτου, ο πλάγιος του δευτέρου, ο βαρύς και ο πλάγιος του τετάρτου συστηματοποιήθηκαν, κατά βάση, από τον Αγ. Ιωάννη το Δαμασκηνό, ο οποίος αναμόρφωσε τους αρχαίους ήχους: Δώριο, Φρύγιο, Λύδιο, Μιξολύδιο, Υποδώριο, Υποφρύγιο, Υπολύδιο, Υπομιξολύδιο, αντίστοιχα. Οι πρώτοι επίσης χριστιανικοί ύμνοι είναι διαμορφωμένοι κατά τον τύπο των αρχαιοελληνικών: οι πνευματικές ωδές των πρώτων χριστιανών βασίζονται στη μορφή των πνευματικών ωδών των αρχαίων ελλήνων. Επίσης τα «προσόμοια» της βυζαντινής κατάγονται από τα «στροφάρια» των αρχαίων. Κι αυτή η καταγωγή συνεχίζει να διασώζεται και στο εγγόνι της αρχαίας ελληνικής μουσικής, τη δημοτική μας μουσική. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Claude Fauriel, ο πρώτος εκδότης ελληνικών δημοτικών τραγουδιών, αναφέρει πως τα δημώδη άσματα προήλθαν από μια βαθμιαία και αργή μεταβολή της αρχαίας λαϊκής ποίησης των Ελλήνων κι έτσι οι ίδιες θεματικές κατηγορίες δημοτικών τραγουδιών (εργατικά, γαμήλια, αγερμικά κ.ο.κ.) απαντώνται ήδη από την αρχαιότητα με σχετικές ονομασίες (επιμύλιος ωδή, έλινος, βουκολιασμός, ολοφυρμός, χεολιδόνισμα, κορώνισμα κ.α.). Δεν είναι τυχαίο επίσης ότι ακόμα και το τελετουργικό κομμάτι των ακολουθιών της Ορθόδοξης Εκκλησίας βασίζεται στα αρχαιοελληνικά πρότυπα. Οι δύο ψαλτικοί χοροί, για παράδειγμα (ο δεξιός και ο αριστερός) διαμορφώθηκαν έτσι από τον Αγ. Διονύσιο τον Αεροπαγίτη, τον 11ο αι, κατά μίμηση των αρχαίων ημιχορίων. Ο μαέστρος των αρχαίων, ο οποίος επειδή είχε ένα κρόταλο στο πόδι για να χτυπά τον ρυθμό ονομάστηκε «ποδοψόφος», βρήκε τη μετεξέλιξή του στον κατοπινό «χειρονόμο» της Βυζαντινής Μουσικής, που καθοδηγούσε την ψαλμωδία. Ακόμα όμως και η ίδια η δομή του Ναού παραπέμπει στο αρχαίο ελληνικό θέατρο: το τέμπλο αντιστοιχεί στο Προσκήνιο, ο Σολέας στην Ορχήστρα, ο άμβωνας στη θυμέλη. Κι είναι πολύ όμορφος, εύστοχος και καίριος ο τρόπος που περιγράφει αυτή τη σχέση και συγγένεια ο Οscar Wilde στο De Profundis: "Με γεμίζει αγαλλίαση και δέος η σκέψη ότι η ύστατη επιβίωση του ελληνικού τραγικού χορού, χαμένου από κάθε άλλη τέχνη, συναντάται στη θεία λειτουργία, όταν ο ψάλτης απαντά στον ιερέα". Γενικά πάντως, κάποια στιγμή, πρέπει να ξεσκουριάσουμε λίγο τις ιστορικές μας γνώσεις περί του Βυζαντίου και του ρόλου του στην ιστορία, και να εμπιστευθούμε τους ειδικούς, που αφιέρωσαν ολόκληρη τη ζωή τους στη μελέτη αυτής της περιόδου και έχουν να μας παραθέσουν με στοιχεία και ντοκουμέντα τον ακριβή ιστορικό της ρόλο, αποκατεστημένο και δικαιωμένο. Προσωπικά ως οδηγό σε αυτό το ταξίδι έχω πάντα την Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ που είναι για μένα πρότυπο, ως γυναίκα και ως επιστήμονας. Μαρία: Η μουσική γενικά και η δημοτική μουσική ειδικότερα, θάπρεπε να διδάσκεται στις Ανώτατες σχολές της χώρας μας; Και αν διδάσκεται κάπως, κάπου, μήπως είναι το... λιγότερο του λίγου που θα μπορούσε να διδαχτεί; Νεκταρία: Η αλήθεια είναι ότι η αξία της διδασκαλίας ειδικά της δημοτικής μουσικής αλλά και της βυζαντινής είναι παραγνωρισμένη. Γενικά η μουσική, σε επίπεδο ανώτατων σπουδών, διδάσκεται βέβαια στο Τομέα Μουσικών Σπουδών του Πανεπιστημίου, όπου γίνονται φιλότιμες και αξιέπαινες προσπάθειες και ειδικά ως προς τη διδασκαλία της βυζαντινής. Επίσης υπάρχουν μεμονωμένες αξιόλογες προσπάθειες. Για παράδειγμα, επί Αρχηγίας του κ. Δημοσχάκη, η Σχολή της Ελληνικής Αστυνομίας είχε καλέσει τον Χρόνη Αηδονίδη να παραδίδει μαθήματα δημοτικού τραγουδιού σε όσους το επιθυμούσαν. Κι αυτό ήταν κάτι πολύ σημαντικό ασφαλώς. Το δημοτικό τραγούδι βέβαια και πάλι, σε γενικές γραμμές σε επίπεδο ανώτατων σπουδών, δεν διδάσκεται ως μουσική τέχνη ξεχωριστά, παρά μόνο χάρη στο λαογραφικό του ενδιαφέρον, στο πλαίσιο λαογραφικών σπουδών. Αυτό που για μένα πάντως λείπει και θα ήταν πολύ ωφέλιμο, δεν είναι το να μπει η διδασκαλία του δημοτικού τραγουδιού τόσο στα πανεπιστήμια και τις ανώτατες σχολές, αλλά στα σχολεία και μάλιστα στις πολύ μικρές τάξεις, ήδη από το νηπιαγωγείο, εκεί που το ανθρώπινο μυαλό είναι σα σφουγγάρι και απορροφά γνώσεις για όλη του τη ζωή. Καταρχάς, ήδη η μουσική αξιοποιείται στις μικρές ηλικίες για να τους μάθει τα χρώματα, την αλφάβητο, τους αριθμούς, τις ξένες γλώσσες. Γιατί λοιπόν να μην αξιοποιηθεί το δημοτικό τραγούδι για να μάθει τα μικρά παιδιά την ιστορία μας; Υπάρχει πιο διασκεδαστικός τρόπος εκμάθησης της ιστορίας, ενός μαθήματος που ειδικά για το δημοτικό είναι συχνά βαρετό και δύσκολο; Τι καλύτερο να μιλήσεις για την Άλωση της Πόλης, με το τραγούδι της Ανατολικής Θράκης «Τρία καράβια φεύγουνε ‘πο μέσ’ από την Πόλη», να μιλήσεις για το ‘21 με τα «Κολοκοτρωναίικα», να μιλήσεις για την καταστροφή της Σμύρνης, με της «Σμύρνης το γιαγκίνι», να μιλήσεις για την απλή ζωή, την καθημερινότητα και τις σχέσεις των ανθρώπων, με τα δημοτικά τραγούδια της αγάπης; Που θα βρεις ωραιότερη ποίηση από τους στίχους του λαϊκού ποιητή όπως: «Με του Βοριά το σύννεφο, με του Νοτιά του πούσι/ έχω παλιές λαβωματιές π’ ακόμα με πονούσι/ Ν’ αναστενάξω ήθελα, φοβούμαι μην αρπάξει/ η φλόγα που ‘χω στην καρδιά και το κορμί μου κάψει»; Ποιός περισσότερο εύγλωττος τρόπος υπάρχει για να μιλήσεις για τα ήθη και έθιμα της εποχής, παρά μέσα από τα τραγούδια που περιγράφουν τα ξεχασμένα εθιμικά τελετουργικά, όπως η «Πιρπιρούνα», ο «Κουκουμάς» και ένα σωρό τραγούδια κυρίως του γάμου αλλά και άλλων περιστάσεων; Πώς θα μπορούσες καλύτερα να αναφερθείς στα «κοινωνικά πρέπει» και τους ηθικούς φραγμούς της τότε εποχής, παρά μέσα από τραγούδια που περιγράφουν τα εγκλήματα τιμής ή τον κοινωνικό αντίκτυπο σε θέματα γάμου μεταξύ αλλοθρήσκων, ανύπαντρης μητέρας, εκτός γάμου συμβίωσης κ.ο.κ., όπως η «Σούσα», η «Ματέινια», η «Βασιλκούδα» και ένα σωρό άλλα; Ο κατάλογος δεν έχει τελειωμό.... Και δεν είναι μόνο ότι τα παιδιά έτσι θα μαθαίνουν την ιστορία διασκεδαστικά, αλλά και έγκυρα, αφού στα τραγούδια μιλούν οι ίδιοι οι άνθρωποι για την εποχή τους. Αλλά και πέρα απ’ αυτό, ειδικά σήμερα, σ’ αυτή την εποχή που δεν έχει κανένα πλέον ηθικό φραγμό, η επαφή με εκείνον τον χαμένο πολιτισμό, με εκείνες τις αξίες, τα ιδανικά και την αντίληψη του «ωραίου», που έχουμε «κοιμίσει» μέσα μας, ίσως ξυπνήσει μια φλόγα για κάτι καλύτερο στο δικό μας παρόν. Μαρία: Κάπου διάβασα πως τώρα ετοιμάζεις το λεύκωμα-βιογραφία του κ. Χρόνη Αηδονίδη. Πες μας γι’ αυτό.. Νεκταρία: Πρόκειται για μια δουλειά που ετοιμάζουμε με τον Χρόνη Αηδονίδη, σχεδόν από τότε που ξεκίνησα κοντά του τα μαθήματα, το 2003. Τότε, επειδή τον ηχογραφούσα σε κάθε μάθημα και επειδή, ούτως ή άλλως, στα μαθήματα πάντα μου ανέφερε, με κάποια αφορμή, κάποια ιστορία από τη ζωή του, σχετική με όσα λέγαμε, σκέφτηκα ότι αυτό το υπερπολύτιμο υλικό από ιστορίες και βιώματα μιας άλλης εποχής που έχει πλέον χαθεί δεν πρέπει να μείνει στα αζήτητα. Του ζήτησα να αφιερώνουμε λοιπόν κάποιες ώρες στη διήγηση περιστατικών από τη ζωή του, βιωμάτων και ό,τι άλλο μπορεί να του ερχόταν στο νου με αφορμή τη συζήτηση. Κι έτσι, ξεκινήσαμε από τότε τις ηχογραφήσεις. Έχω στα χέρια μου ένα ογκώδες υλικό που έχω ήδη απομαγνητοφωνήσει και καταγράψει. Κατά καιρούς βέβαια και μέχρι εν τέλει να εκδοθεί, συνεχώς συμπληρώνεται και ανανεώνεται. Ευελπιστούμε όμως ότι σύντομα θα εκδοθεί, πρώτα ο Θεός. Δυστυχώς κάποιες δυσκολίες, λόγω και της γενικότερης οικονομικής κρίσης, μας έχουν καθυστερήσει. Ουσιαστικά λοιπόν, πρόκειται για ένα βιβλίο το οποίο θα περιλαμβάνει την αυτοβιογραφία του Χρόνη Αηδονίδη, πλούσιο και ανέκδοτο φωτογραφικό υλικό, cd με ανέκδοτες ηχογραφήσεις του από πρόβες και άλλες περιστάσεις αλλά και οπτικοακουστικό υλικό από συναυλίες, εμφανίσεις, πρόβες κ.α., όπως επίσης θα περιλαμβάνει και το τετράδιο που σου ανέφερα παρά πάνω, το οποίο μου δώρισε την πρωτοχρονιά του 2009, γεμάτο από τις συμβουλές που μου έδινε όλ’ αυτά τα χρόνια που διδάσκομαι κοντά του, ώστε να μείνει ως εγχειρίδιο-οδηγός, για όλους όσοι ενδιαφέρονται για το δημοτικό τραγούδι και γενικά τη μουσική. Μάλιστα αποσπάσματα ειδικά από αυτό το τετράδιο μπορεί να βρει κανείς στην επίσημη ιστοσελίδα του Χρόνη Αηδονίδη www.aidonidis.grστην κατηγορία «Λεύκωμα». Μαρία: Ποιο είναι το όνειρό σου σε σχέση με το τραγούδι, αν εξαιρέσει κανείς την ήδη πετυχημένη σου πορεία στο χώρο της Δημοτικής και της Βυζαντινής μουσικής; Θάθελες να ερμηνεύσεις κάτι άλλο; Νεκταρία: Η ψυχή μου ακουμπάει στη βυζαντινή και τη δημοτική μουσική. Τα «θέλω» μου λοιπόν έχουν πάρει ήδη τον δρόμο τους. Μαρία: Ποια είναι η γνώμη σου για την προβολή του έντεχνου και παραδοσιακού τραγουδιού στη σημερινή τηλεόραση; Νεκταρία: Η τηλεόραση λειτουργεί με κανόνες εμπορίου. Όταν μιλάμε για εμπόριο, η παράδοση και το καλό τραγούδι, κατά κανόνα, δεν έχουν θέση. Οι εξαιρέσεις υπάρχουν πάντα βέβαια για να επιβεβαιώνουν τον κανόνα. Υπάρχουν μεμονωμένες προσπάθειες από κάποιους δημοσιογράφους, οι οποίοι όμως και πάλι επειδή λειτουργούν κάτω από τη λαιμητόμο της AGB και της τηλεθέασης, δεν έχουν περιθώρια να κινηθούν όπως πιθανώς θα ήθελαν. Όσο για τα κρατικά κανάλια, γίνονται ευτυχώς κάποιες λίγες αλλά αξιόλογες προσπάθειες ειδικά ως προς το παραδοσιακό, κυρίως χάρη στο μεράκι των υπευθύνων προβολής τους, αλλά δεν τυγχάνουν της προσοχής που θα έπρεπε δυστυχώς, για ευνόητους λόγους. Όσο για το έντεχνο ή έστω το λεγόμενο ως έντεχνο, δεν είμαι ειδική για να κρίνω. Ως ακροάτρια και τηλεθεάτρια και μόνο, το μόνο που διακρίνω είναι ότι επειδή έχουν χαθεί πια τα κριτήρια διάκρισης του έντεχνου και του άτεχνου, προβάλλεται ό,τι μας παραμυθιάζει περισσότερο και ό,τι επιχρίεται με ύφος κουλτούρας, ίσα για να εξιλεώνει καταστάσεις και να παρηγορεί την άγνοιά μας. Μαρία: Αν υπήρχε μηχανή του χρόνου, θα τολμούσες ένα ταξιδάκι; Αν ναι, που θάθελες να πας, στο παρελθόν, στο μέλλον ή κάπου αλλού; Νεκταρία: Πολύ ωραία ερώτηση! Είναι κάτι που ονειρεύομαι συχνά, από μικρή! Σίγουρα θα τολμούσα όχι μόνο ένα ταξίδι στο παρελθόν. Άσε που είναι πιθανό σε κάποιο από αυτά τα ταξίδια να έκοβα μόνο «aller» εισιτήριο και όχι «retour»... Όχι από ωραιοποίηση του παρελθόντος ή κάποια παρελθοντολαγνεία, αλλά γιατί ειλικρινά νιώθω μια έντονη νοσταλγία για εποχές που δεν έζησα. Σα να ζει η ψυχή μου εκεί. Νιώθω, όσο κι αν ακούγεται παράλογο, σα να έχω «μνήμες» -ας το πούμε έτσι- ή καλύτερα «συλλογική ιστορική μνήμη» από έναν κόσμο που δεν γνώρισα ποτέ, αλλά τον κουβαλώ στο αίμα και στις πλάτες μου, όπως ακριβώς το περιγράφει ο Καζαντζάκης στην Ασκητική του σ’ αυτό το υπέροχο κομμάτι για τη «ράτσα», για τις γενιές των ανθρώπων που σέρνουμε καθένας στην πλάτη του στην ανηφόρα, στη αλυσίδα του ανθρώπινου γένους. Μάλλον λοιπόν θα ήθελα να βρεθώ σε κάποιες σημαντικές ιστορικές στιγμές του παρελθόντος ή να δω κάποια πρόσωπα που έχω περιέργεια να δω πώς ήταν εξωτερικά ή ποιός ήταν ο ήχος της φωνής τους, ο τρόπος που μιλούσαν, η γλώσσα του σώματός τους. Σίγουρα θα ’θελα να ζήσω μια μέρα την εποχή που ήρθε ο Χριστός στη γη, όπως θα ’θελα να δω πώς ήταν η Αγία Αικατερίνη, ο Σωκράτης, ο Αριστοτέλης, ο Μέγας Αλέξανδρος, η Υπατία, ο Ντοστογιέφσκι, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, ο Ιωάννης Καποδίστριας, ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, ο Μπαχ, ο Ρέμπραντ ή η Αυτοκράτειρα Ελισάβετ της Αυστρίας, η γνωστή πριγκίπισσα Σίσσυ, που για κάποιον λόγο συμπαθώ ιδιαιτέρως... Θα ‘θελα όμως, αν γινόταν, να μπορούσα ν’ ακούσω και το «Η Παρθένος σήμερον» από το στόμα του Αγίου Ρωμανού του Μελωδού, το «Γεύσασθε και ίδετε» από τον Άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό και ένα χερουβικό από τον Άγιο Ιωάννη τον Κουκουζέλη... Και θα ήθελα να γνωρίσω έναν προς έναν όλους τους προγόνους μου, το γενεαλογικό μου δέντρο δηλαδή, στο βάθος των αιώνων, να δω από που ακριβώς κρατάει η σκούφια μου όπως λέμε... Νομίζω πως αν είχαμε όλοι αυτήν την ευκαιρία, θα ανακαλύπταμε πολλά περισσότερα για τον εαυτό μας και για όσα ...κουβαλάμε από τους παππούδες μας. Μαρία: Ευχαριστώ Νεκταρία.. Νομίζω πως η απάντησή σου στην τελευταία ερώτηση, που συνηθίζω να κάνω σε όλους τους καλεσμένους μου στο Μουσικόραμα, είναι η πιο μακροσκελής κι’ η πιο θερμή που έχω πάρει μέχρι τώρα.. Συμφωνώ μαζί σου γιατί βρίσκω το παρόν πολύ κατώτερο απ’ το παρελθόν και το μέλλον νάχει κάτι… άγνωστο μεν, αλλά ίσως καλύτερο και γι’ αυτό γοητευτικότερο..
0 Comments
Leave a Reply. |
Details
AuthorWrite something about yourself. No need to be fancy, just an overview. Archives
February 2017
Categories |